- ταραμοπολτός
- ο, Ν(τροφ. τεχνολ.) τρόφιμο που παρασκευάζεται από ταραμά με την προσθήκη σογιαλεύρου ή άλλου πρωτεϊνούχου αλεύρου σε ποσοστό έως 8%, καθώς και με την προσθήκη αλεύρου από σπέρματα χαρουπιάς ή άλλου κομμιούχου αλεύρου σε ποσοστό έως 2%.
Dictionary of Greek. 2013.